Σχεδόν πενήντα χρόνια
βάσανα και διωγμοί
τώρα στη μαύρη αρρώστια
ανάξια πλερωμή
Το δίκιο του αγώνα
πολλά σου στέρησε
μα η ζωή λεχώνα
ελπίδες γέννησε
Τίποτα δεν πάει χαμένο
στη χαμένη σου ζωή
τ’ όνειρό σου ανασταίνω
και το κάθε σου γιατί
Κοιτώ πως παίζουν τα παιδιά
ξεχύθηκαν στη γειτονιά
Μέσα στα μάτια τους η αλήθεια
αυτή που έψαχνα
Μέσα από χιλιάδες πέρασα
βουρκωμένες θάλασσες, νερά
Έξω από την πόρτα σου έφτασα
μα ξέμεινα
Έχω μια αγάπη να θυμάμαι τα βράδια
λίγο προτού κοιμηθώ
ένα καράβι να γυρίζω λιμάνια
ίσως εκεί να σε βρω
Απ’ το μπαλκόνι μου ξανά
εύχομαι να ‘βγαζα φτερά
και να πετούσα ως τα χέρια που μου γνέφουνε
Μα όσα θέλω είναι πολλά
και όσα έχω είναι αρκετά
πόσο θα αντέξουμε